Βρισκόμαστε στο Belfast εν έτι 1969. Ο νεαρός Μπάντι μεγαλώνει μαζί με την οικογένειά του εν μέσω βίαιων συγκρούσεων για πολιτικούς και θρησκευτικούς λόγους. Καθώς η οικογένεια μοιραία εμπλέκεται στην όλη κατάσταση, ο Μπάντι βιώνει καταστάσεις που θα του μείνουν χαραγμένες στη μνήμη. Όλα αυτά μας διηγείται ο σκηνοθέτης Kenneth Branagh στο ημι-αυτοβιογραφικό του φιλμ.
Το έργο αφορά την προσωπική ιστορία μιας οικογένειας εργατών, στην Ιρλανδία της εποχής της πολιτικής και (κυρίως) θρησκευτικής διαμάχης μεταξύ Καθολικών και Προτεσταντών. Εστιάζει, δε, στην αθώα οπτική ενός μικρού αγοριού, το οποίο, συχνά, μπλέκεται σε καταστάσεις άθελά του, λόγω της αφέλειάς του.
Πρόκειται για ένα προσωπικό project του Σαιξπηρικού ηθοποιού και σκηνοθέτη, το οποίο ήδη έχει 7 υποψηφιότητες για Όσκαρ στις αποσκευές του.
Εκτός από τον ίδιο τον Branagh, αρκετοί από τους ηθοποιούς έχουν, επίσης, γεννηθεί στο Belfast, όπως ο Ciaran Hinds, o Jamie Dornan & η Josie Walker.
Παράλληλα, ο Van Morrison, ο οποίος επέλεξε την εξαιρετική μουσική και τα τραγούδια που ακούγονται στην ταινία έχει, επίσης, γεννηθεί εκεί.
Η ταινία δεν εστιάζει τόσο στη θρησκευτική διαμάχη, όσο στη σκιαγράφηση των μελών της οικογένειας. Ειδικότερα, τοποθετεί στο κέντρο τον ανήλικο πρωταγωνιστή και γύρω του περιστρέφονται τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας.
Πρόκειται για τον πατέρα (Jamie Dornan), ο οποίος δουλεύει στην Αγγλία και δεν τον βλέπει για πολύ καιρό.
Τη μεγαλύτερη αδερφή του Moira (Lara McDonnell), η οποία, συχνά, τον εμπλέκει σε περιπέτειες.
Τη μητέρα (Caitriona Balfe), η οποία κάνει ό,τι μπορεί για να προστατέψει την οικογένειά της με δεδομένη την απουσία του συζύγου της.
Τον παππού (Ciaran Hinds), ο οποίος αντιμετωπίζει ένα σοβαρό πρόβλημα υγείας και δίνει πολύτιμες συμβουλές στον εγγονό του.
Τη γιαγιά (Judi Dench), η οποία δίνει βάθος και συναίσθημα σε ένα ρόλο μάλλον περιορισμένων δυνατοτήτων.
Το έργο είναι κατά 95% ασπρόμαυρο, με χρωματισμό σε καίρια σημεία, όπου το απαιτεί η πλοκή. Θεωρούμε σωστή αυτή την επιλογή του σκηνοθέτη, καθώς η ασπρόμαυρη φωτογραφία αποτελεί ένα δυνατό σημείο της ταινίας.
Παράλληλα, ο Branagh επιλέγει σε αρκετές περιπτώσεις να εστιάσει στα πρόσωπα των πρωταγωνιστών αντί να εξηγήσει με περιττές διαλογικές σκηνές την αντίδρασή τους σε όσα συμβαίνουν.
Είναι χαρακτηριστικό, ότι συχνά ο σκηνοθέτης "τραβούσε" κανονικά με την κάμερα εκτός της κανονικής ροής των γυρισμάτων, ενώ έλεγε στον πρωταγωνιστή ότι δεν τραβάει, προκειμένου να εισπράξει γνήσιες αντιδράσεις του.
Οι ηθοποιοί, οι οποίοι κουβαλούν την ταινία στις πλάτες τους, αποδεικνύονται εξαιρετικά ικανοποιητικοί. Ειδικότερα, ο πρωτοεμφανιζόμενος σε μεγάλου μήκους ταινία, Jude Hill είναι θαυμάσιος και ιδιαίτερα εκφραστικός, με το συνδυασμό της παιδικής αθωότητας και της περιέργειας για τα πάντα να κυριαρχούν.
Ο Jamie Dornan είναι πειστικός στο ρόλο του πατέρα που όλο λείπει αλλά κάθε τόσο επιστρέφει στο Belfast για να δει την οικογένειά του και να της παρέχει ασφάλεια.
Η Caitriona Balfe εκφράζει τη δυναμική μητέρα, που διχάζεται μπροστά σε μια κρίσιμη απόφαση που χρειάζεται να λάβουν ως οικογένεια και παράλληλα καλείται να διαχειριστεί αρκετά προβλήματα, χωρίς να λαμβάνει την αναγκαία υποστήριξη και επιβεβαίωση.
Ο εξαιρετικός βετεράνος ηθοποιός Ciaran Hinds, είναι απολαυστικός στο ρόλο του παππού και διαθέτει τις καλύτερες ατάκες της ταινίας.
Η θαυμάσια, για ακόμα μια φορά, Judi Dench, είναι εξίσου απολαυστική ως γιαγιά, παρότι ο ρόλος της δεν είναι τόσο ανεπτυγμένος στο έργο.
Οι υπόλοιποι χαρακτήρες έχουν δευτερεύοντα ρόλο στην ταινία, πλην όμως σημαντικό για την εξέλιξη της πλοκής.
Θεωρούμε δικαιολογημένη την υποψηφιότητα του Belfast για τον ήχο και το σενάριο, καθώς αποτυπώνουν με ρεαλιστικό και όμορφο τρόπο τη ζωή μιας οικογένειας εν μέσω της κρίσης στην Ιρλανδία του 1969.
Είδατε την ταινία; Αν ναι σας άρεσε και σε ποια σημεία; Έχετε κάτι να προσθέσετε που δεν αναφέρθηκε; Θα χαρούμε να διαβάσουμε τη γνώμη σας.
Αφήστε μια απάντηση