Αν σε ρωτούσα ποιος πραγματικά είσαι, ο εαυτός σου ή κάποιος άλλος που υποδύεσαι, το πιο πιθανό να μου απαντούσες: «Ο εαυτός μου φυσικά». Αν σου ζητούσα, όμως, να το σκεφτείς λίγο παραπάνω και κάπως βαθύτερα, ίσως να έβλεπες τι πραγματικά κρύβεται πίσω από αυτήν την ερώτηση.
Ζούμε σε μία εποχή που τρέχει με φρενήρεις ρυθμούς και εμείς προσπαθούμε να την προλάβουμε. Και στην προσπάθεια μας αυτή, πολλές φορές προσπερνάμε τον εαυτό μας. Και ξεχνάμε να βάλουμε προσωπικούς στόχους, δεν αναγνωρίζουμε τα ταλέντα μας, δεν ξέρουμε τι είναι αυτό που μας αρέσει να κάνουμε, δεν συστηνόμαστε καν στον εαυτό μας.
Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή. Στην παιδική σου ηλικία ήσουν γραμμένη στο μπαλέτο, όπως και οι συμμαθήτριές σου. Που δεν σου άρεσε αλλά άρεσε σε αυτές, και στη μητέρα σου, και το έκαναν γενικά όλα τα κορίτσια, οπότε έπρεπε να το κάνεις και εσύ.
Σε έγραψαν στο ποδόσφαιρο αν και εσύ προτιμούσες να λύνεις μαθηματικές ασκήσεις. Αλλά αυτό δεν έχει ενδιαφέρον και είναι βαρετό σε σχέση με τη μπάλα που αρέσει σε όλα τα αγόρια. Και κάπως έτσι κατέπνιξες τα πρώτα θέλω σου, τα κλείδωσες σε ένα συρτάρι και ξεχάστηκαν εκεί.
Και μετά από λίγα χρόνια πήρες το πρώτο σου κινητό. Και χάθηκες μέσα στην οθόνη του. Ώρες ατελείωτες. Δεν στέρευαν αυτά που είχε να σου προσφέρει. Και κάπως έτσι κόλλησε στο χέρι σου, και κάθε φορά χάνοντας το για λίγο σε πιάνει ταχυπαλμία σαν να χάνεις ένα μέλος του σώματός σου.
Και η κρίση σου πέφτει σε χειμερία νάρκη και η έτοιμη τροφή φαντάζει ιδανική. Αποκτάς αξία όταν έχεις και εσύ το τελευταίο μοντέλο μίας συγκεκριμένης μάρκας κινητού, άσχετα αν δεν το χρειάζεσαι ή δε δύνασαι οικονομικά να το αγοράσεις.
Η ομορφιά σου μετράται σε likes και η αποδοχή σου από τον αριθμό των ακολούθων σου. Η συμπεριφορά και ο χαρακτήρας σου δεν έχουν πια τόση σημασία. Κάποιος άλλος σε καθορίζει και όχι εσύ. Κάποιος άλλος σου λέει τι αξίζεις και εσύ αγωνιείς για την απόφασή του. Ο φόβος της απόρριψης σε κάνει έρμαιο της αδράνειας.
Αφήνεις τον έρωτα να περνάει μπροστά από τα μάτια σου και να πηγαίνει κάπου αλλού, αφήνεις ένα επάγγελμά που σου αρέσει διότι θα υπάρχει λογικά κάποιος με περισσότερα προσόντα από εσένα. Δεν εκφράζεσαι συναισθηματικά γιατί αυτό δηλώνει αδυναμία. Και δεν θέλεις να σε πουν αδύναμο, δεν θέλεις να μάθουν ότι απέτυχες, δεν θέλεις να γνωρίζουν ότι κάποιος ή κάποια σε απέρριψε. Εσύ όμως, τι πραγματικά κερδίζεις από όλο αυτό;
Ζεις για εσένα ή για τους άλλους; Οι κινήσεις σου καθορίζονται με σκοπό τη θετική αντίδραση του περίγυρού σου ή τη δική σου; Ντύνεσαι σαν τους άλλους, έχεις το ίδιο κούρεμα, το ίδιο αυτοκίνητο γιατί είναι επιλογή σου ή γιατί το έχουν και οι άλλοι; Δείχνεις σκληρός και χωρίς ευαισθησία γιατί όντως είσαι ή γιατί το να είσαι τρωτός θεωρείται μειονέκτημα; Ασκείς ένα συγκεκριμένο επάγγελμα γιατί σου αρέσει ή γιατί οι γονείς σου ονειρεύονταν αυτό για εσένα;
Είσαι σε μία σχέση γιατί σε συμπληρώνει ή γιατί όλοι οι φίλοι σου έχουν σχέση; Έχεις πραγματικούς φίλους ή απλά συνυπάρχεις με άτομα γιατί αυτό θεωρείται κοινωνικά αποδεκτό; Αν απαντήσουμε ειλικρινά σε αυτές τις ερωτήσεις θα διαπιστώσουμε πως τα θέλω μας πολλές φορές είναι διαφορετικά από αυτά που στην πραγματικότητα πράττουμε, τα οποία κινούνται γύρω από έναν εξωτερικό γνώμονα και δεν έχουν καμία σχέση με εμάς.
Και το χειρότερο όλων είναι πως συχνά δεν το αφουγκραζόμαστε καν. Έχουμε εκπαιδεύσει τον εαυτό μας με τέτοιον τρόπο ώστε να αντλούμε ικανοποίηση όταν οι άλλοι ικανοποιούνται από εμάς. Ένας αέναος αγώνας ματαιότητας με κανέναν νικητή. Ένας κύκλος φαύλος.
Καμία αποδοχή από τους άλλους δε συγκρίνεται με την αυτοαποδοχή. Μήπως ήρθε η στιγμή να ξαναβρείς τους στόχους σου; Να ρισκάρεις και ας χάσεις; Να αρχίσεις πάλι από την αρχή; Να ακούς εσένα και τα δικά σου θέλω; Ώστε όταν σε ρωτήσει πάλι κάποιος ποιος πραγματικά είσαι να του απαντήσεις με απόλυτη σιγουριά: «Ο ένας και μοναδικός εαυτός μου».
Αφήστε μια απάντηση