Οι εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου έχουν εκδώσει μέχρι σήμερα τρία σημαντικά κείμενα του Ιταλού στοχαστή Έντσο Τραβέρσο και το "Δια Πυρός και Σιδήρου" (Τίτλος πρωτοτύπου: A feu et a sang. De la guerre civile europeenne 1914-1945. Mετάφραση: Γιάννης Ευαγγέλου, Επιμέλεια: Νίκος Κούρκουλος) είναι απ' αυτά και πραγματεύεται όψεις της πολεμικής σύγκρουσης μεταξύ των ευρωπαϊκών εθνών, του παρατεταμένου εμφυλίου πολέμου που στην ιστορία χαρακτηρίζεται με την ονομασία Α και Β Παγκόσμιος Πόλεμος.
Ο Έντσο Τραβέρσο θήτευσε σε διάφορα ευρωπαϊκά πανεπιστήμια προτού ενταχθεί στο ακαδημαϊκό δυναμικό του Πανεπιστημίου Κορνέλ των ΗΠΑ στο Τμήμα των Ρωμανικών Σπουδών όπου και διδάσκει ως σήμερα. Για τον Τραβέρσο το πρωτεύον πρόταγμα είναι η εξήγηση των φρικαλεοτήτων που σημάδεψαν την ευρωπαϊκή ήπειρο το πρώτο ήμισυ του 20ου αιώνα.
Δηλώνοντας μετριοπάθεια και ταπείνωση απέναντι τα γεγονότα στην ουσία προσφέρει στον αναγνώστη μια περιήγηση στον χώρο των ιδεών που , αναπτύχθηκαν σ' αυτά τα ταραγμένα χρόνια και λειτούργησαν ανταγωνιστικά, πολεμικά, όπως και λαοί. ως φορείς συγκεκριμένων κοσμοθεωριών, αναμεταξύ τους.
Όπως αναφέρει στην Εισαγωγή του: "Οι ηττημένοι του ευρωπαϊκού εμφυλίου πολέμου ανήκουν σε όλα τα μέτωπα: ονομάζονται Ρόζα Λούξεμπουργκ, Αντόνιο Γκράμσι, Μανουέλ Αθάνια, Λέον Τρότσκι, Βάλτερ Μπένγιαμιν αλλά και Ερνστ Γιούνγκερ ή Καρλ Σμιτ. Γι' αυτό και οι ιδέες τους κατέχουν περίοπτη θέση σ' αυτό το έργο".
Η έννοια του ευρωπαϊκού εμφύλιου πολέμου ανάγεται στον Γερμανό ζωγράφο Φραντς Μαρκ (σ. 38), όπου σε μια επιστολή του κατά τη διάρκεια του πρώτου παγκοσμίου πολέμου αναφέρει πως ο "ευρωπαϊκός εμφύλιος πόλεμος είναι ένας πόλεμος ενάντια στον αόρατο εχθρό του ευρωπαϊκού πνεύματος".
Υπενθυμίζει ο Τραβέρσο τον ισχυρισμό του ιστορικού Έρνστ Νόλτε πως ο 20ος αιώνας μπορεί να ερμηνευτεί ως μια σύγκρουση ανάμεσα στην υπερβατικότητα και την αντίσταση στην υπερβατικότητα, όπου στην πρώτη τοποθετεί τον κομμουνισμό και στη δεύτερη τον φασισμό.
Ανατρέχοντας στους προφήτες της ευρωπαϊκής κρίσης του 20ου αιώνα, ο Νόλτε επισημαίνει (και αυτό είναι κοινός τόπος σε πολλούς ερμηνευτές) πως ο Νίτσε είχε ήδη αρκετές δεκαετίες πριν προβλέψει την έλευση του ευρωπαϊκού μηδενισμού, που για τον Νόλτε στο ηθικό επίπεδο εκφράζεται μέσω της εξέγερσης των σκλάβων, δηλαδή του πιο σκλαβωμένου λαού στον κόσμο, των Εβραίων που ηγούνται του κόμματος των Μπολσεβίκων.
Την πνευματική διχοτόμηση της Ευρώπης θα υπογραμμίσει και ο Έρικ Χομπσμπάουμ ο οποίος χρησιμοποιεί την έννοια του "διεθνούς ιδεολογικού εμφυλίου πολέμου" (σ. 45) για να απεικονίσει το μέγα χάσμα ανάμεσα στους κληρονόμους του Διαφωτισμού (εδώ ανήκει η Ρώσικη Επανάσταση) και των υποστηρικτών του αντιδιαφωτισμού (φασισμός).
Ο Φρανσουά Φυρέ αντίθετα δεν ξεχωρίζει δύο διαφορετικά στρατόπεδα, αλλά τοποθετεί εξίσου τον κομμουνισμό και τον φασισμό στην ίδια πλευρά εκείνου του φάσματος ιδεών που προέκυψαν μετά την κατάρρευση του δημοκρατικού φιλελευθερισμού κατά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο, "ένα από τα πιο αινιγματικά γεγονότα της παγκόσμιας ιστορίας" (σ.46).
Ο Τραβέρσο θεωρεί πως η κατάσταση σύγκρουσης στην Ευρώπη από το 1914 έως το 1945 έχει τα χαρακτηριστικά εμφυλίου πολέμου καθώς δεν διεξάγεται με τους κανόνες και τις αρχές του jus ad bellum και του jus in bello,αλλά με την αγριότητα, τη βαναυσότητα και τον ολοκληρωτικό πόλεμο που είναι ίδιον της εμφύλιας διαμάχης. Δεν είναι όμως κάτι νέο, διότι "οι σφαγές που στιγμάτισαν την ιστορία της αποικιοκρατίας δημιούργησαν ένα μοντέλο για τους ολοκληρωτικούς πολέμους του 20ου αιώνα" (σ. 98).
Φόβος, βία, εξολόθρευση του εχθρού. Ο Τραβέρσο παραθέτει τις απόψεις του αυτόπτη μάρτυρα στα κοσμοϊστορικά γεγονότα του 1917 και εξής Βίκτωρ Σερζ "σάμπως το κενό που δημιουργείται όταν καταρρέουν οι νόρμες να γεμίζει με νέο υπαρξιακό περιεχόμενο".
Με ανάλογους όρους ομιλεί και ο Καρλ Σμιτ θεωρώντας πως κάθε πλευρά που συμμετέχει σ' έναν εμφύλιο πόλεμο τοποθετεί τον εχθρό εκτός του δικαίου, τα λόγια που χρησιμοποιεί ερμηνεύουν ανάγλυφα την πραγματικότητα: "η εχθρότητα γίνεται τόσο απόλυτη, που ακόμη και η πανάρχαια ιερή διάκριση μεταξύ εχθρού και εγκληματία εξαλείφεται μέσα στον παροξυσμό και την αυτοδικαίωση" (σ. 103).
Είναι ενδιαφέρον που ο Τραβέρσο φέρνει σ' έναν αόρατο διάλογο μεταξύ τους τις απόψεις που διατυπώθηκαν από τα αντίθετα στρατόπεδα. Για την έννοια της δικτατορίας η οποία στον 20ο αιώνα μεταβάλλει το περιεχόμενο της και μετατρέπεται σε συνώνυμο του αυταρχισμού και του τρόμου, ο Τραβέρσο συνδυάζει τις απόψεις του Σμιτ και του Τρότσκι, όπου για τον δεύτερο η επαναστατική τρομοκρατία που άσκησαν οι μπολσεβίκοι ήταν αναγκαίο εργαλείο μιας νέας εξουσίας.
Ο Σμιτ στο πρόσωπο του Χίτλερ έβλεπε εκείνον τον κυρίαρχο που, επειδή μπορούσε να αποφασίζει για την κατάσταση εξαίρεσης, νομιμοποίησε την τρομοκρατία και την τακτική του εμφύλιου πολέμου. Σε συνθήκες εξαιρετικά έκτακτης ανάγκης, έκτακτα μέτρα υιοθετούνται προκειμένου να εδραιωθεί η νέα εξουσία και να δημιουργήσει δικό της δίκαιο.
Στον ολοκληρωτισμό της βίας που βυθίστηκε η Ευρώπη η διαμάχη μπολσεβικισμού-φασισμού έλαβε υπαρξιακές διαστάσεις και γι' αυτό η βία ήταν άμετρη και ανελέητη καθώς ενέπλεξε και κινητοποίησε όλη την κοινωνία, ένστολη και άμαχη, άνδρες και γυναίκες, βία που ασκούνταν σε κάθε κατεύθυνση. Ο μηδενισμός αυτής της βίας φαινόταν από τα χαρακτηριστικά του ολοκληρωτικού πολέμου, το βασικότερο του οποίου ήταν ο βομβαρδισμός των αμάχων.
Η κάθαρση στο τέλος του πολέμου θα δινόταν σε δύο επίπεδα: αφενός στο όνομα της πολιτικής δικαιοσύνης (οι δίκες στη Νυρεμβέργη), όπου γινόταν επίκληση από τους νικητές κατήγορους των αρχών του φυσικού δικαίου και δίχως προσφυγή στην έννοια της συλλογικής ευθύνης (η χάρη της ιστορίας έναντι του γερμανικού έθνους), και με την πρακτική της αμνηστίας που, για τον Καρλ Σμιτ, αποτελεί το μοναδικό μέσο για να τερματιστεί με ανθρώπινο τρόπο ο εμφύλιος πόλεμος (σ. 197), για τον οποίο ο εμφύλιος πόλεμος συνδυάζει την ανομία με την ακραία έξαρση των παθών.
Ο Έντσο Τραβέρσο φέρνει στο προσκήνιο τις ιδέες εκείνες που κυριάρχησαν το κρίσιμο διάστημα στην Ευρώπη, το διάστημα της κρίσης του πολιτισμού διαπιστώνοντας πως "τα άκρα δεν συναντιούνται, αλλά η αντίθεση τους μπορεί να ξεκινάει από την ίδια διαπίστωση: την κρίση της Ευρώπης, την οριστική κατάρρευση μιας πολιτικής τάξης πραγμάτων και την ανάγκη να βρεθεί μια ριζοσπαστική λύση για το μέλλον" (σ. 308).
Σ' αυτό το πλαίσιο, και αυτό κατά τη γνώμη μου είναι ένα από τα πιο ενδιαφέροντα κομμάτια του βιβλίου, ο Έντσο Τραβέρσο συζητά τις απόψεις, αντιπαραθέτοντας τις, του Καρλ Σμιτ και του Βάλτερ Μπένγιαμιν. "σχέση μεταξύ Μπένγιαμιν και Σμιτ απεικονίζει την πόλωση που άσκησε στο πνευματικό πεδίο του Μεσοπολέμου ο ευρωπαϊκός εμφύλιος πόλεμος" (σ. 318).
Για τον Σμιτ η ανάγκη να υπάρχει κράτος και έννομη τάξη (γράφει κατά την περίοδο της ασταθούς δημοκρατίας της Βαϊμάρης) προϋποθέτει την παρουσία ενός κυρίαρχου όπου μπορεί να αποφασίσει για την κατάσταση εξαίρεσης. Απηχώντας τον υπαρξιακό φόβο του Χομπς, ο κυρίαρχος του Σμιτ πρέπει να ενδυθεί απεριόριστη εξουσία και να επιζητήσει την υποταγή των υπηκόων του. Μόνο έτσι θα καταστεί δυνατή η υπέρβαση της αδυναμίας των κοινοβουλευτικών θεσμών.
Αντίθετα, για τον Μπένγιαμιν ο κυρίαρχος ενσαρκώνει μια άδεια κυριαρχία, είναι περισσότερο τραγική μορφή που αδυνατεί να διαφύγει από τη μόνιμη κρίση. Ποιητική αδεία ο Μπένγιαμιν μιλά για τη βία από την σκοπιά του εβραϊκού μεσσιανισμού, μια βία δηλαδή που δεν γεννά το δίκαιο (όπως για τον Σμιτ) αλλά είναι καταστροφική γι' αυτό και γι' αυτό λυτρωτική, βαθιά επαναστατική.
Ο μεσσιανισμός του Μπένγιαμιν αντιλαμβάνεται την έλευση του Μεσσία (με τους όρους της πολιτικής θεολογίας είναι το προλεταριάτο) σαν νικητή επί του αντιχρίστου (δηλαδή του ναζισμού). Οι διαφορετικές κοσμοαντιλήψεις και θεωρήσεις της βίας για τον Σμιτ και τον Μπένγιαμιν είναι πλέον διακριτές: για το Σμιτ η κατάσταση εξαίρεσης επενεργεί εναντίον της λυτρωτικής βίας του Μπένγιαμιν. Ο αντίχριστος με δύο δηλαδή πρόσωπα: αυτό του ναζισμού και εκείνο του άθεου μπολσεβικισμού. Η πνευματική διχόνοια της Ευρώπης που οδήγησε στον εμφύλιο πόλεμο.
Το τελευταίο κεφάλαιο με το οποίο κλείνει το βιβλίο του Έντσο Τραβέρσο τιτλοφορείται "Οι αντινομίες του αντιφασισμού" , ενός ρεύματος σκέψης που δεν είναι φυσικά ενιαίο αλλά διασπασμένο σε μαρξιστικό, χριστιανικό, φιλελεύθερο και ρεπουμπλικανικό, αλλά οριοθετείται από την παρουσία του κοινού εχθρού όλων, του φασισμού.
Σ' αυτό το πλαίσιο πρέπει να νοηθεί και η εμβέλεια της αποδοχής από ένα μέρος των διανοουμένων του φαινομένου του σταλινισμού. Στο όνομα του κοινού εχθρού και του καταστροφέα του πολιτισμού που υπήρξε ο φασισμός και ο ναζισμός, ανατιμήθηκε πολιτικά και θεωρητικά το εγχείρημα της κομμουνιστικής ουτοπίας το οποίο, βέβαια, μόλις εξοντώθηκε ο κοινός εχθρός, άρχισε να αποκαλύπτει το πραγματικό του πρόσωπο.
Ευθύνη γι΄αυτό έχει η κληρονομημένη από τον 19ο αιώνα ιδέα της προόδου που χρησιμοποιήθηκε ως πολεμικό όπλο κατά του ναζισμού. Ωστόσο, το Άουσβιτς και το Ολοκαύτωμα, όπως αναφέρει ο Τεοντόρ Αντόρνο, δεν μπορούν να ιδωθούν εκτός από αυθεντικά προϊόντα της Δύσης, πολιτικά εργαλεία του ναζισμού, ο οποίος θεωρείται γέννημα της εποχής του Διαφωτισμού, της έκπτωσης προφανώς του Διαφωτισμού από απελευθερωτικό πρόταγμα σε πρόταγμα κυριαρχίας (σ. 360).
Οι φρικτές πράξεις απαιτούν εξήγηση, μας λέει στην εισαγωγή του ο Έντσο Τραβέρσο. Ο διαρκής στοχασμός πάνω σ' αυτές είναι η μόνη προϋπόθεση που υπάρχει προκειμένου να τις αναγνωρίσουμε μόλις τις ξαναδούμε, και το βιβλίο του Ιταλού συγγραφέα είναι μια καλή αφορμή γι' αυτό.
Αφήστε μια απάντηση