Η πανδημία φαίνεται να έχει αφήσει πλέον για τα καλά το στίγμα της στην ελληνική κοινωνία, επηρεάζοντας αρνητικά την καθημερινότητα και την ψυχολογία των πολιτών.
Μπορεί να εξακολουθεί να βρίσκεται σε εξέλιξη στη χώρα μας και η ένταση της να παρουσιάζει διακυμάνσεις, ανάλογα και με την χρονική περίοδο, αλλά δεν παύει να την πλήττει ανεπανόρθωτα. Αυτό είναι το μόνο σίγουρο.
Οι επιπτώσεις στη ψυχική υγεία των πολιτών
Για την ακρίβεια, ειδικοί επιστήμονες αναφέρουν πως η πανδημία της Covid-19 έχει δημιουργήσει ένα τεράστιο στίγμα επάνω στην ελληνική κοινωνία. Πώς να μην το κάνει άλλωστε, αφού ξεφεύγει από τα όρια του υγειονομικού προβλήματος και μετατρέπεται σε ένα βαθύ κοινωνικό, οικονομικό και πολιτικό τραύμα.
Την ίδια στιγμή, οι συνέπειες που φέρει στην ψυχοσωματική και συναισθηματική υγεία των ίδιων των πολιτών είναι τεράστιες, αν όχι ανυπολόγιστες. Το έντονο στρες, οι αγχώδεις διαταραχές, οι κρίσεις πανικού, αλλά και η κατάθλιψη είναι μερικές μονάχα από αυτές.
Μάλιστα, παρουσιάζονται ολοένα και περισσότερο σε άτομα κάθε ηλικίας και κοινωνικής προέλευσης, που δεν είχαν αντιμετωπίσει ποτέ ξανά στη ζωή τους παρόμοιες καταστάσεις. Έτσι, κλήθηκαν να το κάνουν τώρα για πρώτη φορά.
Φανταστείτε, λοιπόν, τι έγινε με όσους είχαν ήδη μια βεβαρημένη ψυχική υγεία την χρονική περίοδο που ξεκίνησε όλη αυτή η κατάσταση και πως τα πράγματα έγιναν ακόμη χειρότερα για εκείνους με την εξέλιξη της.
Αυτός ήταν και ο λόγος που κρυβόταν πίσω από τις αλλεπάλληλες εκκλήσεις που έκανε ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας όλο αυτό το διάστημα προς όλες τις κυβερνήσεις, ζητώντας τους να ενισχύσουν άμεσα τις υπάρχουσες δομές για την ψυχική υγεία των πολιτών και να εξασφαλίσουν πως οι τελευταίοι θα λάβουν όλη την πολύτιμη βοήθεια που χρειάζονται. Αποτέλεσμα ήταν να έρθουν στο προσκήνιο οι σχετικές οδηγίες, αλλά και η Τηλεφωνική Γραμμή Υποστήριξης Ασθενών.
Πανδημία και οικονομική κρίση σημειώνουν διπλό
Όπως όλα όμως, έτσι και οι επιπτώσεις της πανδημίας στην ελληνική κοινωνία δεν λειτουργούν ξεχωριστά από όλα τα υπόλοιπα που την έχουν πλήξει τα τελευταία χρόνια. Σε συνδυασμό και με την μακροχρόνια οικονομική κρίση, η κατάσταση αυτή ενδέχεται να φέρει σημαντικές κυρώσεις και για την αποτελεσματικότητα σύσσωμων των προσπαθειών για ανασύνταξη της οικονομίας, αλλά και της κοινωνίας.
Σε καμία περίπτωση δεν θα πρέπει να ξεχνάει ο κοινός νους πως οι γενιές της πανδημίας είναι και γενιές της οικονομικής κρίσης που καλά κρατεί για περίπου δύο δεκαετίες τώρα. Μέσα σε αυτές ανήκουν ένα σωρό άνθρωποι που καλούνται να αντιμετωπίσουν τα πάνδεινα με τα περιθώρια γύρω τους να στενεύουν ασφυκτικά. Για αυτό και δεν είναι να απορεί κανείς που οι ψυχικές ασθένειες μαστίζουν τα συγκεκριμένα άτομα.
Στα προαναφερθέντα καταλήγει μεταξύ άλλων και η επιστημονική έρευνα «Ο κοινωνικός μας εαυτός, η οικογένεια και οι κοινωνικές στάσεις την περίοδο των περιορισμών της πανδημίας της COVID-19 το 2020», που διεξήχθη από τους επίτιμους καθηγητές του Πανεπιστημίου του Αιγαίου, Σωτήρη Χτούρη και Αναστασίας Ζήδη. Τα συμπεράσματα προκύπτουν με βάση διαδικτυακά δεδομένα που συλλέχθηκαν από τις 6 έως και τις 22 Απριλίου με τη χρήση της πλατφόρμας SurveyBot.
Η συντριπτική πλειοψηφία του δείγματος αυτού αναφέρει την ανεργία και την συνακόλουθη φτώχεια ως δύο από τους πιο σημαντικούς κινδύνους της δίχρονης πλέον υγειονομικής κρίσης. Έπεται ο ίδιος ο ιός Covid-19 ως ύψιστη απειλή για τη δημόσια και ατομική υγεία, μαζί με όλα τα αρνητικά συναισθήματα που προκύπτουν ως φυσικό απότοκο της απώλειας του κοινωνικού εγκλεισμού και της απομόνωσης - συνθηκών που επηρέασαν σε μεγάλο βαθμό τις κοινωνικές σχέσεις και τη δυναμική τους.
Κάπως έτσι, λοιπόν, οι περισσότεροι από τους συμμετέχοντες στην έρευνα θεωρούν πως η κατάσταση που βιώνει σήμερα η ελληνική κοινωνία είναι πολύ αρνητική (19%) ή έστω αρνητική (35%). Ελάχιστοι είναι εκείνοι που τη βλέπουν σαν μια καλή ευκαιρία για γενικευμένη κοινωνική και οικονομική πρόοδο (5,6%).
Τα παραπάνω δεδομένα επαληθεύονται πράγματι από την ίδια την καθημερινότητα. Σε αυτήν μπορούμε να δούμε με τα μάτια μας την αισθητή μείωση των μεταναστευτικών ευκαιριών των νέων ανθρώπων, εκείνων που αποτελούν μέρος ενός εξειδικευμένου ανθρώπινου δυναμικού για την παγκόσμια αγορά.
Παράλληλα, μάλλον δεν μπορούμε να παραβλέψουμε και την ελάττωση των ευκαιριών εποχικής απασχόλησης στους κλάδους του τουρισμού και της εστίασης. Ήταν ανάμεσα σε εκείνους που βρέθηκαν στην πρώτη γραμμή των πυρών που εξαπέλυσε η πρόσφατη υγειονομική κρίση.
Κοινωνικός εγκλεισμός: από τη θεωρία στην πράξη
Οι απώλειες που βιώνουν όλο το αυτό το διάστημα οι Έλληνες πολίτες όμως δεν σταματούν εδώ. Ίσα ίσα, που επεκτείνονται σε ολόκληρο το φάσμα της καθημερινότητας.
Έχασαν την ρουτίνα και τους δεσμούς τους με τους οικείους άλλους τους, καθώς απομακρύνθηκαν βίαια από την κοινωνική και προσωπική τους ζωή. Αναγκάστηκαν να πουν "αντίο" σε κάθε είδους κοινωνική ή πολιτιστική εκδήλωση, έξοδο σε κατάστημα εστίασης ή λιανεμπορίου, επίσκεψη σε συγγενικά και φιλικά πρόσωπα.
Πολλοί ήταν εκείνοι που άφησαν πίσω τους μέχρι και τις σπουδές, την εργασία και σημαντικό μέρος του ετήσιου εισοδήματος τους.
Έντονη αβεβαιότητα, ανασφάλεια, αγωνία, ανησυχία, φόβος και σύγχυση κυριεύουν ένα μεγάλο μέρος νέων, αλλά και ηλικιωμένων εκεί έξω. Λογικό, αν σκεφτούμε πως συγχέουν όλα τα παραπάνω περισσότερο με τους κινδύνους της ανεργίας και της φτώχειας, παρά με την ατομική υγεία τους.
Ακόμη χειρότερα φαίνονται να είναι τα πράγματα για όσους ανήκουν σε "ευπαθείς" κοινωνικές και επαγγελματικές ομάδες. Καλλιτέχνες παντός είδους, εργαζόμενοι στον τουρισμό και την εστίαση, αγρότες, άστεγοι, άνθρωποι που εξαρτώνται από εθιστικές και ναρκωτικές ουσίες, όσοι τελούν υπό κατ' οίκον περιορισμό είναι μόλις λίγοι από εκείνους που έχουν βιώσει τις επιπτώσεις της πανδημίας από πρώτο χέρι.
Όλο αυτό το διάστημα υπήρξαν πολλά δημοσιεύματα που αφορούσαν τα θέματα ψυχικής υγείας και κατάφεραν πράγματι να φέρουν στο προσκήνιο πτυχές της πραγματικότητας που ήταν καλυμμένες με ένα πέπλο μυστηρίου. Δεν είναι όμως πλέον.
Μπορεί η Ελλάδα να κατάφερε να ανταπεξέλθει σε ικανοποιητικό βαθμό απέναντι στον κορωνοϊό, αλλά σύσσωμη η ελληνική κοινωνία τραυματίστηκε βαριά. Τα δε τραύματα της είναι βαθιά και είναι σίγουρο πως θα χρειαστεί αρκετός χρόνος μέχρι να καταφέρει να τα επουλώσει, προκειμένου να σταθεί και πάλι στα πόδια της. Από γενιά σε γενιά όμως, ας είμαστε αισιόδοξοι πως θα τα καταφέρει.