Οι ελλείψεις πλανιούνται πάνω από τη σύγχρονη κοινωνία, είτε ως απειλή, είτε ως πραγματικότητα. Οι ελλείψεις σε βασικά καταναλωτικά αγαθά μονοπωλούν τις οικονομικές συζητήσεις και διαμορφώνουν ένα ζοφερό μέλλον. Τι γίνεται όμως με το τσιμέντο; Τι γίνεται με το υλικό που έχει κατασκευάσει, κυριολεκτικά και μεταφορικά, τον κόσμο που μας περιβάλλει; Αν μη τι άλλο, το τσιμέντο δε βρίσκεται σε ανεπάρκεια και ούτε πρόκειται να συμβεί κάτι τέτοιo σύντομα. Ή μήπως όχι;
Τι είναι το τσιμέντο;
Το τσιμέντο, ή σκυρόδεμα, είναι το πιο διαδεδομένο οικοδομικό υλικό στον πλανήτη. Κάθε χρόνο παράγουμε πάνω από δέκα δισεκατομμύρια τόνους, ποσότητα που αντιστοιχεί σε παραπάνω από ένα τόνο ανά άνθρωπο. Τρεις κύριοι πόροι τροφοδοτούν την παραγωγή σκυροδέματος: το τσιμέντο, το νερό και τα αδρανή (αμμοχάλικο).
Φαινομενικά, οι τρεις αυτοί πόροι βρίσκονται σε αφθονία, αλλά η παραγωγή μπετού δημιουργεί συνακόλουθες ελλείψεις.
Αέρας και νερό
Η παραγωγή τσιμέντου αντιστοιχεί σε 10% των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα παγκοσμίως. Επιπλέον εκσκάπτουμε ετησίως γύρω στους 5 δισεκατομμύρια τόνους ασβεστόλιθου για την παραγωγή τσιμέντου. Αυτοί οι αριθμοί είναι ιδιαίτερα μεγάλοι και έχουν φτάσει να επηρεάζουν τους κατά τόπους υδροφόρους ορίζοντες. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η Κίνα, όπου έχουν παρατηρηθεί εκτεταμένες ελλείψεις ύδατος. Σημειώνουμε ότι μεταξύ 2011 και 2013, η Κίνα χρησιμοποίησε περισσότερο μπετόν από ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής ολόκληρο τον 20ο αιώνα ενώ μέσα σε τρία χρόνια στη χώρα χτίστηκε το ισοδύναμο των αυτοκινητοδρόμων των ΗΠΑ.
Η άμμος ως δομικό υλικό
Η άμμος είναι κύριο συστατικό του τσιμέντου. Μπορεί να μας φαίνεται ότι η άμμος απαντάται παντού γύρω μας, ότι δηλαδή βρίσκεται σε αφθονία, ωστόσο μόνο συγκεκριμένοι τύποι αλλουβιακής άμμου είναι κατάλληλοι για μπετό. Το γεγονός αυτό οδηγεί στο εξής παράδοξο: Το Ντουμπάι που βρίσκεται στη άκρη μιας αμμώδους ερήμου εισάγει άμμο από την Αυστραλία για τη σύνθεση σκυροδέματος. Αυτό συμβαίνει διότι η άμμος της ερήμου περιέχει περισσότερο αλάτι, άργιλο ή θειάφι και, εξαιτίας της έκθεσής της στους ανέμους χαρακτηρίζεται από τη στρογγυλή γεωμετρία, γεγονός που επηρεάζει τις μηχανικές ιδιότητες του μπετού.
Η άμμος ως περιβαλλοντικός παράγοντας
Η άμμος τείνει να αποτελεί υλικό όχι μόνο οικονομικά διεκδικήσιμο, αλλά και με σημαντικό περιβαλλοντικό αποτύπωμα. Η μετακίνηση αμμοχάλικου προκαλεί ζημιά, καθώς το αμμοχάλικο είναι απαραίτητο για τη λειτουργία των τοπικών οικοσυστημάτων. Στην Ευρώπη έχουν ήδη εξαντληθεί μεγάλες ποσότητες της ηπειρωτικής άμμου, καθώς η πλειοψηφία τους μετατράπηκε σε μπετό. Στο Ηνωμένο Βασίλειο το αμμοχάλικο εκβαθύνεται πλέον από τη Μάγχη ή τη Βόρεια Θάλασσα. Η πρακτική αυτή εγείρει σημαντικές περιβαλλοντικές συνέπειες, ενώ απειλείται η βιοποικιλότητα θαλάσσιων ζωνών, ήδη επιβαρυμένων από την υπεραλλίευση.
Η άμμος ως οικονομικό μέγεθος
Σαν πόρος που φαίνεται να είναι αδιάλειπτα διαθέσιμος, η αξία της άμμου ως πρώτης ύλης είναι από μικρή έως μηδαμινή. Το κόστος της άμμου εξαρτάται από την εργασία και την τεχνολογία που απαιτείται για την εξαγωγή και τη μετακίνησή της. Τόσο το κοινό όσο και οι οικονομικοί κύκλοι αδιαφορούν για οποιαδήποτε υποκείμενη ή συνακόλουθη έλλειψή της, καθώς δε θεωρείται σπάνια πλουτοπαραγωγική πηγή.
Ως εκ τούτου, η φαινομενική αφθονία του αμμοχάλικου και του τσιμέντου οδηγεί σε έλλειψη ενδιαφέροντος για την αναζήτηση εναλλακτικών. Σε ιδιαίτερα σπάνιες περιπτώσεις γίνεται χρήση υλικών από ανακυκλωμένο τσιμέντο ή από παραπροϊόντα ηλεκτροπαραγωγικών σταθμών όπως η ιπτάμενη τέφρα ή η σκωρία καμίνου. Η παραγωγή τσιμέντου αποτελεί κατά κόρον γραμμική εξίσωση με συνακόλουθες ελλείψεις, ενώ η χρήση εναλλακτικών υλικών θα δέσμευε την τσιμεντοβιομηχανία και, κατά συνέπεια, τον κόσμο των κατασκευών σε μια σειρά περίπλοκων κυκλικών σχέσεων.
Αφήστε μια απάντηση