Το "Όχι Εγώ. Ο Ναζισμός μέσα από τα μάτια ενός παιδιού" είναι η μαρτυρία του Γιόαχιμ Φεστ, η οποία εκδόθηκε λίγο προτού πεθάνει, έτσι πρόλαβε και είδε και σε έντυπη μορφή αυτά που είδε και έζησε στο ναζιστικό καθεστώς της Γερμανίας.
Η οικογένεια του Φεστ ήταν ένα σπάνιο είδος στη Γερμανία της ανόδου του Χίτλερ. Ήταν μια οικογένεια, με δεσπόζουσα μορφή τον πατέρα, που είπε Όχι στην ναζιστική κυριαρχία, χρησιμοποιώντας μια ρήση από το ευαγγέλιο του Ματθαίου: Etiam si omnes, ego non. Αλλά πώς εξηγείται αυτό το αναπάντεχο όχι; Ο πατέρας του Φεστ "παρά τις ανεπάρκειες της ιδρυτικής πράξης της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης, τις οποίες και παραδεχόταν, ήταν δημοκράτης από πεποίθηση".
Ο πατέρας του Φεστ κατά περίεργη στάση της ιστορίας, ενστερνίστηκε την γερμανική αρχή περί αφοσίωσης στους θεσμούς και το κράτος ήδη από την περίοδο της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης, στάση ολότελα γερμανική, σε αντίθεση με την πλειονότητα των συμπατριωτών του που αποδέχτηκαν το ναζιστικό καθεστώς ως το τέλος, ακόμα και όταν η πολεμική ήττα φαινόταν βέβαιη αρκετά χρόνια προτού τελειώσει επίσημα ο πόλεμος των ναζί.
Όσες φορές και αν διαβάσουμε μαρτυρίες, αυτοβιογραφίες, μνήμες απ' αυτήν την περίοδο, το βασικό ερώτημα που επανέρχεται διαρκώς είναι πως η Γερμανία, αυτή η τόσο βαθιά πολιτισμένη χώρα, οδήγησε εαυτήν και τον κόσμο στον όλεθρο του ναζισμού. Ο Φεστ προσπαθεί από την εμπειρία του να απαντήσει σ' αυτό το ερώτημα ενδοσκοπώντας τη φύση του γερμανικού λαού, μέσα από τα λόγια ξανά του πατέρα του: "για τους Γερμανούς ο νόμος είναι σημαντικότερος από το Δίκαιο".
Ο πατέρας δεσπόζει παντού και δίνει τον τόνο της συμπεριφοράς, ψυχικής και κοινωνικής, απέναντι στην δεσποτεία των ναζί. Ακόμα και όλοι να συμπράξουν, εμείς θα διαφοροποιηθούμε: "Ένα κράτος όπου όλα είναι ένα ψέμα τουλάχιστον ας μην περάσει το κατώφλι μας. Δεν θέλω να υποταχθώ στην κυρίαρχη ψευτιά, έστω κι αν η άρνηση αυτή περιορίζεται μέσα στον οικογενειακό κύκλο". Αναδεικνύεται διαρκώς μέσα από την μαρτυρία του Γιόαχιμ Φεστ ο ρόλος του πατέρα και η οφειλή του στη διαμόρφωση του χαρακτήρα του.
Σταθερός στις αρχές του, δημοκράτης εκ φύσεως, αλλά και βαθιά καλλιεργημένος, με αληθινή και όχι επίπλαστη μόρφωση η οποία βασίστηκε στις αρχές του πολιτισμού οι οποίες ως βάση είχαν "τις Δέκα Εντολές, τις φιλοσοφικές περί ηθικής πραγματείες, τη σπουδαία λογοτεχνία αλλά και πολλά ακόμα, τα οποία καταμαρτυρούν ολόκληρες βιβλιοθήκες. Και όλα αυτά, επί της ουσίας, δεν έχουν παρά ένα ταπεινό σκοπό: να μάθουν στον άνθρωπο τα αυτονόητα".
Έτσι λοιπόν ανατράφηκε ο μικρός Γιόαχιμ καθώς και τα αδέλφια του, μια ζωή ως άσκηση στα αυτονόητα όπως την είχε προδιαγράψει η μορφή του πατέρα. Ο πατέρας είναι πρότυπο για τον μικρό Γιόαχιμ και ο θαυμασμός του γι' αυτόν απεριόριστος. Γράφει κάπου: "Εγώ δεν χαιρετώ ούτε καν με το ελεύθερο χέρι" (αναφέρεται στο ναζιστικό χαιρετισμό) αποκρίθηκα κομπάζοντας και πρόσθεσα: Ο πατέρας μου δεν το κάνει ούτε καν με δύο ελεύθερα χέρια".
Ο Γιόαχιμ μεγαλώνει διαβάζοντας τους Γερμανούς κλασικούς της λογοτεχνίας, αλλά μερικές φορές κάνει και κάποια τολμηρά αναγνωστικά βήματα επιλέγοντας και πιο σύγχρονους συγγραφείς, όπως ο Τόμας Μαν, αλλά είναι και πάλι ο πατέρας που τον ελέγχει για αυτή του την επιλογή επισημαίνοντας πόσο διαβρωτική επιρροή άσκησε το βιβλίο "Οι στοχασμοί ενός απολιτικού" του Τόμας Μαν στην αποξένωση της μικροαστικής τάξης από την Δημοκρατία της Βαϊμάρης, ίσως περισσότερο και από τον Χίτλερ ακόμα.
Στο βιβλίο πέρα από την επιβλητική μορφή του πατέρα Φεστ, παρελαύνουν άνθρωποι που σημάδεψαν την πρώιμη και εφηβική ηλικία του Γιόαχιμ, άνθρωποι με τους οποίους αντάλλασσε σκέψεις και παρατηρήσεις για την τέχνη και τη λογοτεχνία, διότι πέρα από την καταγραφή της εμπειρίας ενός παιδιού στην περίοδο του Τρίτου Ράιχ, το βιβλίο αποτελεί και μια αυτοβιογραφική γραφή της πορείας προς την πνευματική ανάπτυξη- πρωτεύοντα ρόλο σ' αυτήν την πορεία έχουν, φυσικά, τα ποικίλα αναγνώσματα, κυρίως αυτά των Γερμανών κλασικών, αλλά και η μεγάλη μουσική παράδοση της Γερμανίας.
Οι ανάγκες του πολέμου επιστρατεύουν και τον νεαρό Γιόαχιμ. Στις μονάδες που θα υπηρετήσει θα γνωρίσει από κοντά τον ανθρωπόμορφο τύπο του ναζί αξιωματικού. Έχει όμως κάποια παρηγοριά όταν τα στρατιωτικά καθήκοντα του τον καταβάλλουν: "όταν το επέτρεπαν οι περιστάσεις, εγώ δραπέτευα στα βιβλία". Σε μια μάχη κοντά στην Κολωνία συλλαμβάνεται από αμερικανικές δυνάμεις και στην ουσία σώζεται από βέβαιο θάνατο.
Θα επιχειρήσει να αποδράσει όμως από την φύλαξη των αμερικάνων φοβούμενος πως η περιοχή του θα πέσει στα χέρια των Γάλλων, αλλά δεν θα τα καταφέρει. Ωστόσο, δεν θα περάσει από δίκη ποτέ, καθώς η διευθέτηση των ζωνών κατοχής θα τον βρει τελεσίδικα στην πλευρά των αμερικάνων που θα τον αφήσουν ελεύθερο στη συνέχεια να επιστρέψει στο σπίτι του.
Η ζωή του Γιόαχιμ Φεστ διαφέρει από τη ζωή των περισσότερων Γερμανών εκείνη την περίοδο, τουλάχιστον στην πολιτική στράτευση. Και άλλοι Γερμανοί διάβαζαν Σίλερ, Γκαίτε, άκουγαν Μότσαρτ, αλλά λίγοι επέλεξαν σταθερά να ταχθούν, όχι μόνο ως εσωτερική διάθεση αλλά και ενεργά, κατά του χιτλερικού καθεστώτος, αλλά αυτό το οφείλει κατά βάθος στην συνολική στάση του πατέρα του που σημάδεψε την εξέλιξη του. Ο Γιόαχιμ Φεστ, ωστόσο, παρατηρεί και μόνος του πως αυτό που οδήγησε στην έλευση του ναζισμού ήταν "η κατάρρευση του μεσοαστικού κόσμου".
Η κατάρρευση της μεσαίας τάξης και η άνοδος του λαϊκισμού, ως απάντηση στα προβλήματα που αυτή έφερε τελικά αποδείχτηκε ολέθριο ιστορικό σφάλμα, σε συνδυασμό με την παθητική στάση των Γερμανών έναντι της έννοιας του δικαίου, αλλά και το πνεύμα της εποχής που ευνοούσε τα απολυταρχικά συστήματα. Σε στιγμές συλλογικής κρίσης, διδάσκει ο Γιόαχιμ και ο πατέρας του, δεν υπάρχουν συλλογικές απαντήσεις ή στάσεις συμπεριφοράς, δεν υπάρχουν ιδεολογικά συστήματα που μπορούν να απαντήσουν στην πρόκληση του πολιτικού πρωτογονισμού, αλλά μονάχα προσωπικές επιλογές: Ego non! Γράφει ο Φεστ: "Το δίδαγμα των εθνικοσοσιαλιστικών χρόνων ήταν να αντιστέκομαι στο ρεύμα, να μην επηρεάζομαι από αυτό".
Αυτό, μπορεί να γίνει κανόνας; Μονάχα ως έμπνευση και ηθικό δίδαγμα για τον καθένα ξεχωριστά σε ανάλογες στιγμές, αλλά τούτο προϋποθέτει ξεχωριστά άτομα και προσωπική αντίσταση σε κάθε είδους πειρασμούς. Όσο δύσκολο κι αν είναι, αξίζει να το παλέψει κανείς.
Πηγή: Books and Words
Αφήστε μια απάντηση