Το ότι θα υπήρχαν άνθρωποι που μετά τα κρεματόρια των ναζί θα υποστήριζαν, και μάλιστα για τον εαυτό τους, την μεταθανάτιο καύση της σορού τους, αντί της εκκλησιαστικής ταφής, αυτό δεν φαντάζει μακάβριο, παρά μονάχα δαιμονικό.
Είναι θα λέγαμε μια ακόμα επιβεβαίωση εκ μέρους αυτού του προσώπου της απεμπόλησης της εκκλησιαστικής φροντίδας ακόμα και γι' αυτή την άψυχη σορό, αλλά δείχνει και μια συνέπεια λόγων και έργων: αυτός που έμεινε μακριά της παρουσίας της χάριτος στη ζωή του δεν είναι δυνατό να αποδεχτεί την παρουσία της χάριτος στην μετά θάνατο ζωή που για τον καθέναν αρχίζει με το χωρισμό της ψυχής από το σώμα.
Ανεξάρτητα όμως τι πράττει ή τι επιδιώκει ο άνθρωπος μέσα στο σκοτασμό του νοός του, ευτυχώς δεν δεσμεύει τον Τριαδικό Θεό της Εκκλησίας καθώς είναι δεδομένη η φροντίδα του ίδιου αυτού Θεού ακόμα και για αυτόν που δεν κοινώνησε μαζί του- η φροντίδα αυτή θα κορυφωθεί στην εκ των νεκρών ανάσταση, είτε πίστευε κανείς είτε όχι, είτε κηδεύτηκε και ετάφη εκκλησιαστικά είτε όχι, είτε αποτεφρώθηκε είτε όχι.
Το ζήτημα είναι άλλο. Η Εκκλησία ως θεανθρώπινος οργανισμός που διατηρείται ζωντανή και ενεργή όχι χάρη στην αναξιότητα των μελών της αλλά χάρη στην Κεφαλή της, έχει αποστολή να μιλά τη γλώσσα της αλήθειας όπως αυτή παραδόθηκε από τον Κύριο και τους Αποστόλους. Η τελευταία ανακοίνωση της Ιεράς Συνόδου της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδας για το ζήτημα της καύσης των νεκρών είναι και θεολογικά τεκμηριωμένη και απόλυτα ισορροπημένη, αναφερόμενη στο επίμαχο ζήτημα της επιλογής τύπου κηδείας που προωθείται σε σχέδιο νόμου.
Με άλλα λόγια, δεν μπορεί δια νόμου να υποχρεωθούν οι λειτουργοί της Εκκλησίας να τελέσουν εκκλησιαστική εξόδιο ακολουθία για κάποιον που εθελούσια έχει επιλέξει ως μέθοδο ταφής την αποτέφρωση. Δεν μπορεί να αναιρέσει την διδασκαλία της επειδή υποχρεώνεται με νόμο της Βουλής. Ορισμένοι διαπρύσιοι κήρυκες της κοσμικής ηθικής, δηλαδή του μηδενισμού, ξιφούλκισαν και γράφουν πως επειδή οι κληρικοί μισθοδοτούνται από το κράτος, άρα είναι δημόσιοι υπάλληλοι, θα πρέπει να εφαρμόζουν τους νόμους τους κράτους αλλιώς να πάψουν να μισθοδοτούνται απ' αυτό! Σ' αυτή την άποψη θα απαντούσε κανείς πως αν αυτό το κράτος υπάρχει ακόμα είναι χάρη στις προσευχές της Εκκλησίας και όχι λόγω της πολιτικής των οργάνων του και των εκλεγμένων εκπροσώπων του.
Μπαίνει κανείς στον πειρασμό από την πλευρά του εκκλησιαστικού σώματος να προτείνει τον χωρισμό της εκκλησίας από το κράτος προκειμένου να αποδεσμευτεί η εκκλησία από τον κρατικό της χαρακτήρα και ν' αρχίσει προσπάθεια δίχως φραγμό ή εμπόδια επανευαγγελισμού του λαού ο οποίος δυστυχώς σε πολλά θέματα παραμένει ακατάρτιστος και γεμάτος από πεπλανημένες θεωρήσεις, αλλά τότε το κράτος θα έχανε και το τελευταίο υπόλειμμα μεταφυσικής του υπόστασης και θα οδηγούνταν στον αφανισμό.
Σε κάθε περίπτωση η καύση των νεκρών για όποιον την επιθυμεί, ως μεταθανάτια επικυρώσει της αντίθεης ζωής του, πρέπει να υπάρχει. Η ελευθερία του ανθρώπου να επιλέγει τον τρόπο χαμού του και καταστροφής του σώματός του, αφού έχει υπάρξει ήδη η καταστροφή της ψυχής του κατά το χρόνο που ζούσε, πρέπει να γίνει αποδεκτή από την Εκκλησία και το Κράτος, δίχως όμως αυτό το αβέβαιο "ναι μεν αλλά".
Η Εκκλησία δεν υποχρεώνεται να συμμορφώνεται με οποιαδήποτε κρατική απόφαση αντιβαίνει τη διδασκαλία της καθώς υπάρχει η προτροπή "πειθαρχείν δει Θεώ μάλλον ή ανθρώποις" (Πραξ. 5,29), και γι' αυτήν την προτροπή εκατομμύρια μάρτυρες προτίμησαν τη θυσία και όχι τη συμμόρφωση. Ευτυχώς η αγάπη του Θεού είναι μεγαλύτερη από την ακρισία των ανθρώπων.
Αρχική δημοσίευση: Books and Words
Αφήστε μια απάντηση