LifeSteps.gr

Lone McLonegan review

Lone McLonegan

Μερικές φορές, τα demos δεν αποτελούν και την καλύτερη διαφήμιση για ένα παιχνίδι. Το Lone McLoneganA Western Adventure της Ισπανικής Sonomio Games είναι μία από τις περιπτώσεις που το demo που έγινε διαθέσιμο στο κοινό στο πρόσφατο Steam Next Fest ήταν μάλλον παραπλανητικό για την αξία του παιχνιδιού. Χωρίς να πρόκειται για κάποιο αριστούργημα, το Lone McLonegan αποδεικνύεται ότι είναι ένα αξιοπρεπής εκπρόσωπος των point ‘n’ click adventures, απόλυτα πιστός στους παραδοσιακούς κανόνες του (σε αντίθεση δηλαδή με το πρόσφατο Saint Kotar), αλλά και με μερικά προβλήματα στο σχεδιασμό της δράσης του, τα οποία αν είχαν προσεχθεί, θα μιλούσαμε για έναν πραγματικά τίτλο-έκπληξη.

Η ιστορία του παιχνιδιού μας μεταφέρει στην Άγρια Δύση, προσεγγίζοντας την με καθαρά χιουμοριστική/σατιρική διάθεση. Ήρωας της περιπέτειας είναι ο φερώνυμος ντεσπεράντο, Lone McLonegan, ο οποίος απολαμβάνει τον τίτλο του πιο καταζητούμενου παρανόμου της Δύσης. Όμως η χαρά του δε κρατάει για πολύ, καθώς ένα βαρετό μεσημέρι μιας ακόμα πιο αδιάφορης Τρίτης, ακούει στο ραδιόφωνο ότι ο Bragg Badass, ο άσπονδος εχθρός του, μετέφερε μια γερή «μπάζα» στην ασφαλέστερη τράπεζα της Δύσης, εκείνης του Oldewell City, με συνέπεια να πάρει αυτός τα… πρωτεία της παρανομίας.

Αδιανόητο! Χωρίς να χάσει καιρό, ο Lone μαζεύει τα πράγματά του, καλεί την πρώτη άμαξα που βρίσκει μπροστά του και ξεκινά για το Oldewell, με σκοπό να ληστέψει την τράπεζα και έτσι να επαναφέρει την τάξη. Όμως τα πράγματα δεν πάνε όπως τα σχεδίαζε, καθώς κατά τη διάρκεια του ταξιδιού, η άμαξα πέφτει θύμα ενέδρας από ληστές, γεγονός που είχε ως κατάληξη η άμαξα να καταστραφεί στη μέση της ερήμου, αλλά και να χάσει όλα του τα υπάρχοντα.

Η ζωή είναι ωραία όταν είσαι καταζητούμενος.

Ως εκ τούτου, αναγκάζεται να πάει με τα πόδια μέχρι την πόλη, όπου πλέον θα πρέπει να σκαρφιστεί έναν άλλο τρόπο για να βάλει χέρι στο χρηματοκιβώτιο της τράπεζας. Για μια ακόμη φορά όμως, τα σχέδιά του θα ανατραπούν, όταν βρεθεί στη δυσάρεστη θέση να χρειαστεί να αντιμετωπίσει τον ίδιο τον Bragg Badass, ο οποίος λύνει και δένει μέσα στην πόλη. Και τότε μια μεγάλη περιπέτεια ξεκινά.

Με λίγα λόγια, αυτός είναι προορισμός που έχουμε στο παιχνίδι: απλός, λιτός, ξεκάθαρος και κατανοητός. Βέβαια για να φτάσουμε ως την αναμέτρηση με τον Bragg Badass, θα χρειαστεί να περάσουμε από μύρια κύματα, θα συναντήσουμε κάθε «εκπρόσωπο» της Άγριας Δύσης που μπορούμε να φανταστούμε (Ινδιάνους, νεκροθάφτες, χρυσοθήρες κλπ) και να στύψουμε το μυαλό μας, αντιμετωπίζοντας μια σειρά από δεκάδες ζόρικους γρίφους.

Αλίμονο, μιλάμε για τεράστια ποικιλία προϊόντων…

Όσο και αν το demo του δεν το προμήνυε, για το τελευταίο δεν αστειευόμαστε καθόλου. Το επίπεδο δυσκολίας του Lone McLonegan βρίσκεται αρκετά πάνω από το μεσαίο ή προτιμότερα από εκείνο που έχουμε συνηθίσει τα τελευταία χρόνια. Ιδίως μετά τα γεγονότα της πρώτης πράξης (αν μπορούμε να τη χαρακτηρίσουμε έτσι), ξάφνου το παιχνίδι ανοίγει και οι επισκεπτόμενες τοποθεσίες πολλαπλασιάζονται. Ταυτόχρονα αρχίζει και ο βομβαρδισμός του παίκτη με tasks που πρέπει να ολοκληρωθούν (όχι απαραίτητα με συγκεκριμένη σειρά), με δεκάδες αντικείμενα να «μπουκώνουν» το inventory και γρίφους που, αν δεν είμαστε αρκετά προσεκτικοί, μπορεί να μας φέρουν στα όρια της υπομονής μας.

Η έλλειψη καθοδήγησης στους γρίφους είναι εμφανής και σε σημεία θα λέγαμε λιγάκι ενοχλητική. Τα hints για το επόμενό μας βήμα παρέχονται με το σταγονόμετρο και πολλές φορές μπορεί να εμφανιστούν σε μια εντελώς άσχετη κουβέντα με κάποιο χαρακτήρα, την οποία οφείλουμε εμείς να ταιριάξουμε στο μυαλό μας, ώστε να πράξουμε τα καθέκαστα και να προχωρήσουμε. Παραδείγματος χάρη, στην αρχή του παιχνιδιού, ο μπάρμαν του σαλούν μας ενημερώνει ότι η καταγωγή του είναι από τη Σερβία. Πολύ-πολύ αργότερα στο παιχνίδι, θα βρούμε ένα αντικείμενο που σχετίζεται με την πληροφορία αυτή, την οποία αν δεν είχαμε φροντίσει να δώσουμε τη δέουσα προσοχή, μάλλον θα κολλήσουμε για πολλή ώρα.

Η καμπίνα αριστερά λειτουργεί και περιέχει ένα προαιρετικό shooting mini-game. Τίποτα το ιδιαίτερο, αλλά είναι καλό για να τεστάρει κάποιος το ανακλαστικά του.

Το γεγονός ότι δεν υφίσταται hotspot indicator περιπλέκει περισσότερο τα πράγματα, ενώ στην πορεία παρουσιάζονται και άλλα εμπόδια, τα οποία δεν είμαστε σίγουροι αν είναι τεχνητά ή πρόκειται για αμέλεια των δημιουργών του. Ο χειρισμός είναι μεν απλός και κατανοητός, αλλά σίγουρα θα μπορούσε να ήταν καλύτερος.

Η αλλαγή του ρήματος με το δεξί κουμπί του mouse (τύπου adventure της Sierra) είναι μια συχνά κουραστική διαδικασία, ακόμα και με την ύπαρξη shortcuts, ενώ η απεικόνιση των αντικειμένων του inventory σε ευθεία γραμμή γίνεται αποπροσανατολιστική, αν αναλογιστούμε ότι συχνά κουβαλάμε πάνω από 15 αντικείμενα ταυτόχρονα. Εκτός αυτού, μπερδεύει αρκετά η αδυναμία εξαφάνισης ή έστω αλλαγής χρώματος των διαλόγων που έχουμε ξανακάνει, ενώ δε συμπεριλαμβάνεται κάποιο journal ή to-do list. Όταν έχουν ανοιχτεί πέντε με έξι μέτωπα την ίδια στιγμή, σίγουρα κάτι τέτοιο θα βοηθούσε πολύ στο να μπουν τα πράγματα σε μια σειρά.

Εντούτοις, το Lone McLonegan πρόκειται για μια old-school πρόκληση που σε γενικές γραμμές είναι καλουδεχούμενη. Προσωπικά χρειάστηκα περίπου οκτώ ώρες για να ολοκληρώσω το παιχνίδι, με μερικούς γρίφους να περιέχουν υψηλά επίπεδα έμπνευσης, αλλά και αρκετούς «τοίχους», εντοπίζοντας τη λύση με τον παραδοσιακό τρόπο του «δοκιμάζω τα πάντα με τα πάντα».

Δυστυχώς, κάπου εδώ αρχίζουν και τα δυσάρεστα, καθώς υπάρχουν περισσότεροι «moon logic» γρίφοι απ’ όσους αντέχει το στομάχι μας. Συνήθως αυτοί στερούνται κάποιας στοιχειώδους λογικής ή/και είναι υπερβολικοί μέχρι το μεδούλι, άλλες φορές απαιτούν ολίγη out-of-the-box προσέγγιση (όπως εκείνος ο τραγικότατος του Chaos on Deponia, αλλά σε πιο…νορμάλ πλαίσια), αλλά ακόμα συχνότερα παρατηρείται η αξιοσημείωτη ανεπάρκεια hints, που θα κατευθύναν τον παίκτη να κινηθεί αναλόγως.

Η τεχνολογία ποτέ δεν παύει να εξελίσσεται και να αλλάζει τις ζωές των ανθρώπων.

Θα αναφέρω έναν γρίφο που με εκνεύρισε πολύ και έχασα απίστευτο χρόνο μαζί του: ο μάστορας της πόλης μας ζητάει να βρούμε ένα ελατήριο για να επιδιορθώσει ένα μουσικό κουτί. Όσο και αν έψαξα, δε βρήκα πουθενά τέτοιο αντικείμενο, αναζητώντας το ακόμα και σε αντικείμενα του περιβάλλοντος που πιθανόν να περιέχουν ένα τέτοιο μηχανισμό (π.χ. ο κούκος στο ρολόι τοίχου). Η λύση ήταν να σκίσω με ένα νυστέρι το κάλυμμα του σκαμπό του σαλούν, μπροστά στα μάτια του μπάρμαν κιόλας, ο οποίος μέχρι πρότινος μας έκανε παρατηρήσεις κάθε φορά που κάναμε κάτι που δεν του άρεσε. Πού βρίσκεται η λογική σε αυτό;

Εκτός αυτού παρατηρείται μια απουσία συνοχής στους διαλόγους. Μπορεί κάποιες ενέργειες να έχουν ήδη ολοκληρωθεί και να έχουμε π.χ. συλλέξει το αντικείμενο που μας ενδιαφέρει ή την απάντηση που ψάχνουμε, αλλά αν κατά λάθος θίξουμε το θέμα ξανά σε κάποιο διάλογο, τότε ο συνομιλητής μας θα ανταποκριθεί σαν να μη γνωρίζει τι έχει προηγηθεί. Τουλάχιστον, οι περισσότεροι διάλογοι είναι πνευματώδεις και διαθέτουν αρκετό χιούμορ, όχι πάντα επιτυχημένο (ίσως αυτό να οφείλεται και στη μετάφραση από τα Ισπανικά), αλλά είναι σίγουρα διασκεδαστικοί και δεν πλατειάζουν.

Ο συγκεκριμένος τύπος είναι πιο έξυπνος απ’ ότι του φαίνεται.

Ομολογουμένως, τα προαναφερθέντα θέματα, καθώς και κάποιες άλλες μικρότερης σημασίας απροσεξίες (γιατί θα πρέπει να κάνουμε κάθε φορά look στο χάρτη για fast-travel και δεν υπάρχει ένα shortcut; Η’ αφού έχουμε ήδη ξεκλειδώσει μια πόρτα, γιατί θα πρέπει να χρησιμοποιήσουμε ξανά το κλειδί για να την ανοίξουμε;) αφήνουν ανάμεικτες εντυπώσεις στον παίκτη, περιορίζοντας κατά αυτόν τον τρόπο τα δυνατά του σημεία όπως τους συμπαθέστατους χαρακτήρες του, τις έξυπνα τοποθετημένες αναφορές του σε άλλα παιχνίδια/ταινίες, καθώς και το «γεμάτο» περιεχόμενο του. Συν τοις άλλοις δείχνουν και την έλλειψη εμπειρίας των δημιουργών του και ίσως του χαμηλού budget. Ένα budget που ως επί το πλείστον, δείχνει να αφιερώθηκε στον γραφικό τομέα.

Έχοντας μια ιδιόμορφη προσέγγιση που θυμίζει τρισδιάστατο βιβλίο, αναμφισβήτητα το Lone McLonegan διαθέτει τη δική του μοναδική προσωπικότητα. Μια προσωπικότητα που συνοψίζει ένα θελκτικό πακέτο για το μάτι του παίκτη, με χαρακτηριστικό «μαριονετίστικο» animation, ζωηρούς χρωματισμούς και λιτές σχεδιαστικές γραμμές.

Ο ήχος από την άλλη περιλαμβάνει τα μουσικά κομμάτια που θα περίμενε κανείς από ένα παιχνίδι του είδους, με το μπάντζο να έχει πρωταγωνιστικό ρόλο, χωρίς όμως να αποτελούν κάτι το ιδιαίτερο. Το voice-over λάμπει δια της απουσίας του, γεγονός που ίσως να λειτουργεί υπέρ του. Σίγουρα όμως, δε θα μας ενοχλούσε τυχόν προσθήκη του σε κάποιο μελλοντικό patch, αρκεί φυσικά να είναι αξιοπρεπές.

Μία voodoo lady πάντα δίνει τη λύση στις δύσκολες στιγμές.

Συμπερασματικά, το Lone McLonegan δεν είναι κακό adventure. Είναι ένα άνω του μετρίου παιχνίδι που εμφανώς είχε πολλά περιθώρια βελτίωσης που ποιοτικά θα το ανέβαζαν τουλάχιστον ένα σκαλί παραπάνω. Παρ’ όλα αυτά, σε συνδυασμό με τη χαμηλή τιμή πώλησης και τη χρονική διάρκεια που μπορεί να απασχολήσει τον παίκτη, συνιστούν μια πρόταση που δε θα χαραμίσει το χρόνο των φίλων των adventures.

Αρχική δημοσίευση: Ragequit

Exit mobile version