Οι Slipknot ανήκουν στις μπάντες που παρακολουθώ με ενδιαφέρον την πορεία τους και εκτιμώ πολύ την προσφορά τους στον ακραίο ήχο, τα τελευταία 23 χρόνια. Ομολογώ ότι περίμενα με μεγάλη ανυπομονησία το επόμενο βήμα τους, καθώς το “We Are Not Your Kind” του 2019 μου άρεσε πολύ, ενώ η ισοπεδωτική εμφάνισή τους στο Release Athens Festival, έδειχναν ότι έχουμε μπροστά μας μια μπάντα που βρίσκεται σε μεγάλη φόρμα. Είναι όμως έτσι τα πράγματα;
Όχι και τόσο. Το “The End, So Far”, το οποίο σηματοδοτεί και τη λήξη του μακρόχρονου συμβολαίου (επτά albums παρακαλώ) με τη Roadrunner, είναι μια δουλειά που, κατά μεγάλο ποσοστό, θα διχάσει τους οπαδούς τους όσο κανένα άλλο στη μέχρι τώρα ιστορία τους. Ο λόγος είναι ότι οι Slipknot επιδεικνύουν τη μερική επιστροφή ενός πιο προσιτού ήχου, εποχών του “All Hope Is Gone”, με μια μεγαλύτερη διάθεση πειραματισμού, όπου ανάμεσα στις τυπικές, ακραίες τους συνθέσεις, υπήρχαν και αρκετές μελωδικές που θα ταίριαζαν περισσότερο στην έτερη μπάντα του τραγουδιστή Corey Taylor, Stone Sour.
Ειδικά στη mid-tempo εισαγωγή με το “Adderall”, ένιωσα προσωπικά μια «παγωμάρα», όχι γιατί δε μου άρεσε, αλλά γιατί δεν περίμενα να ακούσω από τους Slipknot, ως εναρκτήριο κομμάτι, μια creepy εκδοχή των Radiohead, η οποία διαρκεί και σχεδόν έξι λεπτά. Η συνέχεια με τα “The Dying Song (Time to Sing)” και “The Chapeltown Rag” κυμαίνεται στο γνώριμο, δυναμικό ήχο των Slipknot, αλλά κάπου αισθάνεται κανείς ότι το έχουν ξανακάνει καλύτερα.
Εννοείται ότι δεν πρόκειται για κακά τραγούδια: το “The Dying Song” έχει ένα άκρως κολλητικό ρεφρέν, ενώ το “The Chapeltown Rag”, το οποίο δε συμπάθησα ποτέ ιδιαίτερα, με τη νέα μίξη, μου ακούστηκε κάπως καλύτερα σε σχέση με το single που είχε κυκλοφορήσει πριν ένα χρόνο περίπου. Όμως, και στα δύο εξακολουθεί να λείπει αυτό το «κάτι» που θα σε κάνει να σπας ανελέητα τα άλατα του σβέρκου σου.
Μετά το αρκετά ενδιαφέρον, αργόσυρτο, στο ύφος του “Vermillion”, “Yen”, έρχεται το “Hivemind” που πραγματικά σε φτιάχνει με τον ξεσηκωτικό ρυθμό του, τα σκληρά φωνητικά και τις εντυπωσιακές κιθάρες, μέχρι να φτάσει σε ένα μειλίχιο ρεφρέν, που δυστυχώς χαλάει τη σιρμαγιά. Αυτό ήταν το καλύτερο που μπορούσατε να γράψετε, ρε παιδιά; Στο ίδιο μήκος κύματος κινείται το “Warranty”, που έχει ωραίο riff, αλλά αφού τελειώσει, σου αφήνει μια γεύση τύπου «καλό, μεν, αλλά…».
Γεύση που συνεχίζεται ακάθεκτη και στα δύο επόμενα τραγούδια, “Medicine for the Dead” και “Acidic”, τα οποία διακρίνονται για την ασυνήθιστη ηχητική προσέγγιση τους, ιδιαίτερα το τελευταίο με τις southern blues αναφορές του. Το δε “Heirloom” έχει μια αρκετά pop κατεύθυνση, κάτι που δεν είναι η πρώτη φορά που το επιχειρούν, με το beat στο κουπλέ να έχει μια εσάνς από το “Psychosocial”, αλλά ως εκεί.
Το “H377” είναι ίσως το πιο «παραδοσιακό» Slipknot κομμάτι του δίσκου, σκέτος δυναμίτης, με τον Corey να δοκιμάζει ξανά τα πολύ πετυχημένα «ραπαρίσματα» του. Η ολοκλήρωση του δίσκου επιτυγχάνεται με δύο σχετικά ήρεμα κομμάτια: το “De Sade” που είναι κατά κύριο λόγο μια power ballad (με ένα, τόσο δα reminder, στο “Custer”) και το “Finale” που εκπροσωπεί ένα αρκετά μελωδικό κλείσιμο.
Επί της ουσίας, στο νέο άλμπουμ, οι Slipknot κάνουν μια εμφανή απόπειρα να ανανεώσουν κάπως τον ήχο τους. Άλλωστε, από τις διάφορες δηλώσεις τους, που σχετίζονται με το πέρας της δέσμευσης τους από τη Roadrunner, μελλοντικά σχεδιάζουν να εξερευνήσουν περαιτέρω τα μουσικά όρια τους. Απλά, κατά την προσωπική μου άποψη, προς το παρόν δεν τους βγαίνει στο 100%. Δεν είναι τυχαίο ότι όταν αποφασίζουν να παίξουν στο κλασικό τους ύφος, τα καταφέρνουν καλύτερα από τους όποιους πειραματισμούς τύπου “De Sade” ή “Acidic”.
Επ’ ουδενί δεν είμαι προσκολλημένος σε ένα συγκεκριμένο ύφος και αν τα πιο πειραματικά τραγούδια τους ήταν πιο δουλεμένα, δε θα είχα κανένα απολύτως πρόβλημα με αυτό. Όμως, κάτι τέτοιο δε συμβαίνει, με συνέπεια να έχουμε να κάνουμε με έναν σχετικά άνισο δίσκο, από τον οποίο στο τέλος της ημέρας, ίσως καταφέρουμε να κρατήσουμε μερικά κομμάτια και να πάμε παρακάτω.
Θέλω να πιστεύω ότι το “The End, So Far” κυκλοφόρησε κυρίως ως ένας δίσκος-«υποχρέωση», ώστε να ξεμπερδεύουν γρήγορα-γρήγορα με τη Roadrunner και ο επόμενος να αντανακλά τις πραγματικές δυνατότητες τους. Ελπίζω όμως, η (όποια) νέα κατεύθυνση αποφασίσουν να επιλέξουν, να διαθέτει και την ανάλογη έμπνευση για να στηρίξει τις ιδέες τους.
Βαθμός: 7/10
Playlist
1. Adderall 5:40
2. The Dying Song (Time to Sing) 3:23
3. The Chapeltown Rag 4:51
4. Yen 4:45
5. Hivemind 5:15
6. Warranty 3:51
7. Medicine for the Dead 6:16
8. Acidic 4:50
9. Heirloom 3:31
10. H377 4:23
11. De Sade 5:39
12. Finale 5:07
Total playtime: 57:31
Label: Roadrunner
Ημερομηνία Κυκλοφορίας: 30 Σεπτεμβρίου 2022
Αφήστε μια απάντηση